(Στην Αθωότητα)
Μες της νύχτας ετούτης τα άνοστα χρώματα
βγήκα μια βόλτα με του μυαλού μου τ' αρώματα
κάπου εκεί στη γωνιά βρήκα παιδάκι να κλαίει
κι ό,τι είχε στην καρδιά του στο φεγγάρι να λέει.
Ήταν τόσο μικρό μπρος στην απέραντη νύχτα
σε μια άλλη αγκαλιά όλο απαίσια νύχια
δίχως μάτια να λάμπουν σε κοίταγμα εξαίσιο
παρά μόνο ένα άγγιγμα από χέρι απαίσιο.
Τα γλυκά του τα μάτια στάζανε κόκκινο αίμα
σαν του φόρεσαν κι αυτού ακάνθινο στέμμα
τα κοντά παντελόνια του γέμισαν ξένη δροσιά
σαν το στρίμωξαν λύκοι σε κλειστή δημοσιά.
Εφιάλτης ακόμα στης ψυχής του τα μάτια
ένας πόνος και μια πίκρα για τα χαμένα τα νιάτα
με τραγούδια παλιά που γυρίζουν στ' αυτιά
και θυμίζουν την πίκρα και καμία χαρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου