ΣΥΛΛΟΓΕΣ

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

Ένας σπίνος
















Ένας σπίνος
πετούσε ψηλά στον ουρανό
κοντά σε έναν ήλιο...
κουράστηκε...

ήθελε να πιει λίγο νερό
ήθελε να δει την ομορφιά του

γι' αυτό
κατέβηκε κρυφά
σε μια λακούβα με νερό

- ήτανε διψασμένος
- συνάμα και περίεργος

πίστεψε ότι η βροχή θα ήταν εκεί
- πιστή

πίστεψε ότι το χώμα
δε θα κατάπινε τις σταγόνες της
και πως θα σκεφτόταν
ότι υπάρχουν κι άλλα ζωντανά
- διψασμένα και περίεργα

όμως ο Ἀδης
δε επέτρεψε στο χώμα κάτι τέτοιο

έδωσε αμέσως διαταγή
όσο νερό κι αν μαζευτεί
να φύγει προς τα κάτω

είπε :
έχω δω κάτω κι εγώ
πολλά δικά μου ζωντανά
- κι αυτά 'ναι διψασμένα
για λίγο νεαρό κρυστάλλινο υγρό
απ' του ουρανού τα μέρη

ο σπίνος δεν τον άκουσε ποτέ
τον Άδη να φωνάζει

μονάχα έφτασε δειλά
στην άκρη της λακούβας
- πάντα διψασμένος

και ήλπιζε ότι θα δει το είδωλο
να του χαμογελάσει

και μια σταγόνα από νερό
να του δροσίσει τη ζωή του
- πάντα ανόητος

όμως το χώμα ήταν στεγνό
και ο καθρέφτης πια χαμένος

μια τρύπα μόνο φαίνοταν
με φόρα προς τα κάτω
κι ένα μάτι να κοιτά
τον άμοιρο τον σπίνο...

έφυγε γρήγορα από κει

- μια δίψα αιώνια

Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010

Το πέταγμα των πουλιών


















Πολλές φορές στέκομαι
και χαζεύω τα πουλιά
που πετούν ελεύθερα κι ανάλαφρα στον ουρανό.
Μικροί ακροβάτες
σε περίπλοκα και περίτεχνα σχέδια.
Στο παιχνίδισμά τους τρέχει το βλέμμα μου.
Θαυμάζω τη χάρη τους
και πραγματικά απολαμβάνω το θεάμα...

Κάποτε, σκέφτομαι,
θα αποκτήσω κι εγώ δυο μεγάλα φτερά,
δυο κατάλευκα πελώρια φτερά
Και θα ταξιδεψω μακριά,
πολύ μακριά!
Καβάλα σε ένα μαϊστράλι
θα φτάσω σε μια βοτσαλόστρωτη ακτή,
μπροστά σε μια γαλαζοπράσινη θάλασσα.
Θα πατήσω τα γυμνά μου πόδια εκεί
που σκάει το κύμα
και η αύρα της θα μου χαρίζει όνειρα, πολλά όνειρα...

Μα εκεί στο χάζεμα των όμορφων πουλιών,
ξαφνικά, παρουσιάζεται το φοβερό γεράκι.
Τρομάζει τα καημένα τα πουλιά
που τρέχουν να λουφάξουν στη φωλιά τους.
Φοβισμένα μπροστά στην αυτοπεποίθηση
και την αλαζονεία του ισχυρού...

Με κινήσεις προσεκτικές
κρύβομαι κι εγώ πίσω από τις κουρτίνες,
τις χοντρές πλεκτές κουρτίνες.
Νιώθω ασφαλής,
γιατί δε με βλέπει ο ισχυρός αιθέριος άρχοντας.

Και ξεμυτίζω πάλι μόνο
όταν τον βλέπω να ξεμακραίνει...
κι έτσι πάλι χαζεύω το πέταγμα των πουλιών!

Σε μια στιγμή παραφοράς...



κλαδεύουνε τις μνήμες μου
εκεί που τα κόμπια τους κρατάνε το αίμα μου
και δεν μπορεί να βρει ένα μονοπάτι
να βάλει δύναμη και να χυθεί
στον κατακόκκινο λαιμό μου.

κεντρώνουν τα όνειρά μου
εκεί που τα κλαδιά τους τεντώνουν την πνοή μου
και δεν μπορεί να βρει ένα κρατήρα
να βάλει δύναμη και να ακουστεί
στον βαθυπράσινο το νου μου.

το αίμα στον κατακόκκινο λαιμό
και η πνοή στο νου μου
θέλουν να βρουν τη δύναμη
να σχίσουν το κορμί μου
να χύσουν μνήμες κι όνειρα

και να μ' αφήσουνε για λίγο
μετέωρο μέσα σε μια στιγμή παραφοράς

μήπως και βρω κι εγώ
το μυστικό το μονομάτι
που θα με βγάλει στον κρατήρα!