ΣΥΛΛΟΓΕΣ

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Η σύναξη των δυνατών


Και η βροντή ακούστηκε
διπλά αντιλαλούσα
Όλων το αίμα πάγωσε
τ'αυτιά τους 'γίναν ρούσα.

Από τους δρόμους έτρεξαν
όλοι αμέσως να'ρθουν
Κι όμως στο κεφαλόσκαλο
δεν ήθελαν να φθάνουν.

Ανοίγουν χώρο οι ταπεινοί
και οι μικροί αστέρες
Για να περάσουν οι χρυσοί
πλανήτες με τις βέρες.

Στου φιάσκου όμως τη σύναξη
εβρέθηκαν με μίας
Θεοί ημίθεοι πολλοί
και στο κεφάλι ο Δίας.

Και άρχισαν τα θέματα
της ημερήσιας στάσης
Καλά κλεισμένοι στο μαντρί
της ανωτέρας τάξης.

Με τις θεές απούσες μεν
μα η Πουτανιά παρούσα
Μεσ' το δικό τους το μυαλό
εφάνταζε μιλούσα.

Και ο πατέρας των θεών
πού'χε τον πρώτο λόγο
μιλούσε για την ταραχή
που βρήκε όλο τον κόσμο.

Ότι οι θνητοί εξύπνησαν
θέλουν την αμβροσία
Να πιουν το νέκταρ το γλυκό
που φέρνει αθανασία.

Ότι αυτός κι άλλοι θεοί
πρέπει να καθαρίσουν
Και τους αυθάδεις άνθρωπους
όλους να τους λιανίσουν.

Κι ο 'γωϊσμός προξένησε
την τύφλωση των άλλων
που κάθονταν εκεί κοντά
των φαντασμένων κάλων.

Μετά μιλά ο Ποσειδών
πιο γόης από όλους
Κάθεται πάντα εκεί μπροστά
και βάζει όλο νόμους.

Χτυπά την τρίαινα στη γη
σαν λέαινα φωνάζει
Μα στον καθρέφτη δεν μπορεί
τη γάτα να θαυμάζει.

Στέκεται ωστόσο στο πλευρό
του βασιλιά του λάθους
Μήπως μερίδιο δεχθεί
στην κατοχή του πάθους.

Και ο Ερμής αδιάφορος
μονάχα υφοράει
Κι όταν η ώρα έρχεται
τους πάντες μαρτυράει.

Και χαίρεται σαν στέκεται
σε μια πλευρά και βλέπει
Το βάσανα εις τον θνητό
ο Άναξ του σαν τρέπει.

Απέναντι ο Ήφαιστος
μονάχος του γελάει
Του φτερωτού του φίλου του
χατίρι δε χαλάει.

Το μόνο που γνωρίζει πια
είναι να κυνηγάει
Και τον θνητό συνέχεια
γι' αυτόνε να μαδάει.

Κι ο κεραυνός πετάχτηκε
και χτύπησε τον Πρώτον
Τον φίλο όλων των θνητών
'πως φαίνεται ανθρώπων.

Και δε θυμούνται οι άτιμοι
κηφήνες πως γινήκαν
Ρουφώντας αίμα πάναγνο
στο χρήμα επνιγήκαν.

Μα όταν τελειώνει το κρασί
φωνάζουν τρυγητάδες
Της γης ετούτης της φτωχής
του άξιους δουλευτάδες

Της τόσο όμως ώριμης
μεστής και ανωτέρας
Της άλλης της αέρινης
πλάσης πιο κατωτέρας

Των παγερών των χώρων τους
κρανίων ανουσίων
Των πετραδιών του ψεύδους τους
σωμάτων ανοστίων

Να σώσουν εκείνοι το κενό
να κλείσουνε τις τρύπες
Πάλι κρασί να βρουν καλό
να διώξουνε τις λύπες.

Τι τρομερή απόγνωση
σ' ημίθεους και άλλους
Μα και τι λύπηση γι'αυτούς
τους φαντασμένους κάλους.