Η Μούσα - μια κουρασμένη κόρη -
σε κουνιστή καρέκλα σωριασμένη
κάτω απ' τον ίσκιο μιας συκιάς.
Χτενίζει αργά τα μακριά μαλλιά της
κι έχει μια όψη σκοτεινή
- ίδια με τη σκιά του δέντρου -
μα ένα σώμα που το κρατά κρυφά
ακόμα νέο
- κάτω από ένα αραχνοΰφαντο φουστάνι -
μα κι ένα στήθος τροφαντό
που στάζει φρέσκο γάλα.
Ο ποιητής
πολύ καιρό παιδεύεται
το φύλλωμα του δέντρου ν' αραιώσει
- θέλει πολύ να μπουν μέσα τα χρώματα του ήλιου -
να αλλάξει η όψη μονομιάς,
να λάμψει το σκοτεινό το πρόσωπο,
να οργιάσει η φύση της φιλήδονης της Μούσας,
να τον τραβήξει πάνω της
κι αυτός μέσα στο σώμα της να μπει...
κι ο κόσμος να μυρίσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου