Η Ζη/νοβί/α
Σέ λί/γο γιά/τή Ρώ/μη τους,/ταξί/δι θα /κινή/σεις,
που ἐτό/λμησες/ -κόρη/μικρά- /την ε/ξουσί/α να/’χεις,
αφού/το σύ/ζυγό/σου Οδαί/ναθο/, τον θρή/νησες/-ως έ/πρεπε-
μετά/το θά/νατό/του.
Μετά/βασί/λισσα/κι επί/τροπος/του γιού/σου,
εφό/ρεσες/στέμμα/χρυσό,/στο θρό/νο της Πα/λμύρας
(Μια Πό/λις πού/εδέ/σποζε/παλιά/ -μα τώ/ρα ό/χι- ).
Στήν ἐ/ξουσί/α στά/θηκες/πολλή/αξί/α
κι η δό/ξα σου/μονα/δική. Το ί/διο κ’ η ό/μορφιά/σου
κατά/φερε και νί/κησε/τους πά/ντες.
Τον α/ετό/της Ρώ/μης, τον/αφά/νισες,
στο νό/μισμα/της πό/λης, την ό/ψιν την/δική/σου χά/ραξες.
Γι΄ αυτά/τον Καί/σαρα/πολύ/τον θύ/μωσες
που ε/ναντί/ον σου/κινή/θηκε/, και σού/κατέ/κτησε/την πό/λι.
Τό γιό /σου αἰ/χμαλώ/τισε,/ μαζί /κ' ἐσέ/να.
Ἐσέ/να, μέ/ τά μαύ/ρα μά/τια καί/ τό δέ/ρμα το /μελί,
Θεά/της μυ/στικής/Ανα/το/λής,
που στό/λαιμό/η εὐ/ωδιά/του γιά/σεμιού,/δε στα/ματά/να ρέ/ει
μιά/γαλή/νη.
Ὅλους/τους δά/μασες/, τους έ/κανες/δικούς/σου
με τό/χαμό/γελο/ π’ αφή/νεις
πάνω/σε μιά/πανά/λευκη/σειρά/μαργά/ριτά/ρια.
Σέ λί/γο γιά/τή Ρώ/μη τους,/ταξί/δι θα /κινή/σεις
δίχως/ τό ξί/φος στό/θηκά/ρι, αλλά
μέ χέ/ρια πού/δεσμά/θα τά/κρατοῦν.
Τό στέ/μμα σου/θά μεί/νει ἐπά/νω στό /τραπέ/ζι
καί ἡ /πορφύ/ρα τῆς /Παλμύ/ρας θέ/νά σβή/σει,
μαζί /μέ τού/τες τες /φωτιές/π’ ἀνά/ψαν οἱ /Ρωμαῖ/οι.
Σέ λί/γο του/θριά/μβου θέ /νά /περνᾶς /τήν πύ/λη.
Κ' ὄχι /ὡς μια/ βασί/λισσα/ ἐπά/νω σ’ ἅ/ρμα ἀνθέ/ων,
μ’ ἀτι/μασμέ/νη σκλά/βα του/ και λά/φυρο/πολέ/μου
στα χἐ/ρια τ’ αυ/τοκρά/τορα/που μπαί/νει μες/ τη Ρώ/μη.
Σέ λί/γο ὁ ἥ/λιος τῆς/ χρυσῆς/ Παλμύ/ρας θά /χαθεῖ.
Θά σβή/σει ἡ δό/ξα σου/ – κ' εἶσαι /ἀκό/μα νέα - .
Κ' ὅμως/ στο πρό/σωπο/δε φαί/νεται/ὁ φό/βος/να’ χει/έρθει,
οὔτε /τό σῶ/μα το/λευκό/ μαραί/νει ὁ οἶ/κτος τοῦ/στρατιώ/του
πού πε/ριμέ/νει πλά/ι σου/ με τά/δεσμά/στα χἐ/ρια.
Τη μύ/στική/σου δύ/ναμη/καλά/την έ/χεις κρύ/ψει.
Μες την/καρδιά/σου την/κρατάς,/μες τήν/εσθή/τα.
Ἠ ο/μορφιές/κ’ η η/δονή ‘ναι/τα ό/πλα τα/δικά σου,
που ίσως/νική/σουν μια/φορά/ακό/μη
τοῦ Καί/σαρος/τήν γνώ/μη.
Σε λίγο/, γλυκειά/ βασί/λισσά/ και ὄ/μορφη/Ζηνο/βία,
Κόρη/Διός/ὀνο/μαστή/ καί μέ/περί/σσια χά/ριν,
θα ἀφή/νεις πί/σω τήν /Παλμύ/ρα, ἀλλά/ κ'
ἐμέ/να, τήν/πιστή/και στο/ργική/σου δού/λη,
αιώ/νιο φύ/λακα/εδώ,/τῆς δόξ/ης τῆς /μεγά/λης.
(Τήν ἄ/κουσα/και πά/λι χθες/να κλαίει/μες τά/συντρί/μμια!)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου