ΣΥΛΛΟΓΕΣ

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Για μια φορά ακόμα

Για μια φορά ακόμα
σε μια γραμμή συνηθισμένη
- πια -
που αν και σκοτάδι
ξέρει καλά τη βαδίζει...

με κείνα τα πόδια τα γυμνά
- που νιώθουνε καλά την υγρασία
- που ξέρουνε που τελειώνει η άκρη

εκεί....
που ο κορμός λυγίζει...
εκεί....
που ο πόνος ύπουλα χτυπά...
και μια κραυγή
σπάει τα δόντια
τρυπά τους τοίχους
και ξέχειλα γεμίζει όλο το δρόμο...

Για μια φορά ακόμα
μες το σκοτάδι
- πια -
στου μαχαιριού το πέρασμα
κατάφερε και ξέφυγε
μέσα απ' το τζάμι...

σαν σπίθα!

Πριν ακόμα

Πουλί
ζητούσα ξαπόσταμα
σε φευγάτα καράβια....

Παιδί
ζητούσα παιχνίδια
σε καθάρια σοκάκια...

Μ' ένα μυαλό μπερδεμένο
ανάμεσα στα ερείπια του κόσμου
που μ' άφησαν
πριν ακόμα
το αίμα μου πάρει
τον πρώτο του χόχλο! 

Μια οπτασία



Μια φωτιά στου μυαλού την εστία
και μια πάχνη - αχνή - στην άκρη των δύο χειλιών

Μια ματιά στου κορμιού τη σκιά
και δυο χέρια - εναέρια - στο κυνήγι...

Ένα στρώμα στη γωνία
και μια ευχή καθισμένη στη μέση

Ένα ρόδι ανοιχτό δεξιά
και μια ανάσα που σκάει σαν άνθος...

Συλλαβές που χορεύουν
και καρδιά που σαλεύει
σαν το χάδι κυλάει κυκλικά και αργά
στη δελφύ να χωθεί...

Μια αχτίδα σελήνης αμυδρή
σιωπηλά απ' τα μαλλιά κατεβαίνει
στο λαιμό μια θηλιά...

κι ένα τράβηγμα...
κι ένα τράνταγμα...

η οπτασία ένα φλας στο σκοτάδι!


Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Χάνομαι και κλαίω

Χάνομαι
στο κλείσιμο των ματιών μου
και κλαίω
στο άνοιγμα του νου μου...

όταν τα φύλλα αλλάζουν χρώμα
κι όταν τα νερά πέφτουν στο χώμα.

Χάνομαι και κλαίω...

όταν κι εσύ
- μικρό μου χελιδόνι -
παίρνεις το δρόμο για τη ζεστή σου χώρα
και μ' αφήνεις γυμνό
- δίχως γράμματα
και μ' αφήνεις φτωχό
- δίχως νοήματα. 

Εμείς και τα πανιά μας

Τότε
η ζωή μας πανί κατάλευκο
και μεις μια όμορφη παρέα!

Μαζί τρέχαμε στις καταπράσινες πλαγιές
- έχοντας στο στόμα όμορφα τραγούδια -

Μαζί κάναμε επιθέσεις σε φανταστικούς εχθρούς

Μαζί εξερευνούσαμε τις θολωτές σπηλιές στου ποταμού τις όχθες

Μαζί κι επιδρομές στους κήπους με τα φρούτα...

Τώρα - όμως -
η ζωή μας πανί με χρώματα πολλά
και μεις μια παρέα χαμένη!

Μήπως φταίμε εμείς και τα πανιά μας;

Αλλά γιατί άλλωστε,

...να φταίνε τα όμορφα τραγούδια;
Αυτά είναι όπως τότε
- μόνο που εμείς αλλάξαμε φωνές -
και είναι αδύνατον να τα τραγουδήσουμε - πια!

...να φταίνε οι φανταστικοί εχθροί;
Αυτοί είναι όπως τότε
- μόνο που εμείς αλλάξαμε παιχνίδια -
και είναι αδύνατον να τα παίξουμε - πια!

...να φταίνε οι θολωτές σπηλιές;
Αυτές είναι όπως τότε
- μόνο που εμείς αλλάξαμε ανάστημα -
και είναι αδύνατον να χωρέσουμε μέσα τους - πια!

...να φταίνε τα φρούτα των κήπων;
Αυτά είναι όπως τότε
- μόνο που εμείς αλλάξαμε γεύσεις -
και είναι αδύνατον να τα γευτούμε - πια!

Τελικά....
εμείς φταίμε και τα χρωματιστά πανιά μας!

Να' σαι καλά!

Κι αν μετά απ' αυτά που διάβασες
δε μ' αγαπάς
να' σαι καλά...
Αυτό μου είναι αρκετό...
να' σαι καλά
και η ζωή σου να κυλά κανονικά!

Ίσως καλύτερα να είναι έτσι....

Μ' αυτό που θέλω
- αν έπαψες να μ' αγαπάς -
είναι
να' σαι καλά...
Αυτό για μένα είναι αρκετό...

Μ' ακούς!
να' σαι καλά!

Και πες
πως στο όνειρό σου μια φορά μ' αγάπησες...

Γιατί στα όνειρα έτσι είναι οι αγάπες...
- περαστικές σαν τις ηλιαχτίδες -
- που ανάβουν το πρωί και σβήνουνε το δείλι - 

Σαν γλάρος κι αϊτός

Σαν γλάρος
σχίζω τα κύματα
και βουτώ,
το βυθό να αγγίξω,
να καταφέρω
να ξεπλύνω τα κρίματα
κι ό,τι είμαι ικανός να σου δείξω!

Σαν αϊτός
σχίζω τα σύννεφα
και πετώ,
τα ουράνια να πιάσω,
να καταφέρω
να νιώσω πιο ήρεμα
κι όσο μπορώ σε σένα να μοιάσω! 

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

Προσπαθεί να γίνει

Κοίτα την ένταση των δικών μου κινήσεων
- γύρω απ' το σώμα -
προσπαθεί να γίνει αποδέκτης
- απ' το δικό σου χρώμα - .

Νιώσε τη δίψα των δικών μου ματιών
- μπροστά στη ματιά -
προσπαθεί να γίνει ληστής
- για τη δική σου αγκαλιά - .

Κοίτα και νιώσε τη σιωπή της δικής μου καρδιάς
- γύρω και μπρος στη μορφή -
προσπαθεί να γίνει ορειβάτης
- για τη δική σου κορφή - . 

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Κάτω στην άκρη

Κάτω
στην άκρη

- εκεί
- που η λευκή νεροφίδα αγγίζει απαλά τις φυλλωσιές
- εκεί
- που το βουνό με τη λευκή κορφή κρατά για τα καλά τ' αγέρι

ΤΙΠΟΤΑ άλλο ΠΙΑ
στο μυαλό
παρά μονάχα...

μια κατακόκκινη πηγή
ένα λουλούδι μαύρο
και ένας λύκος που αλυχτά και περιμένει
τη σάρκα της πικρής της μνήμης
να σπαράξει...

- εκεί
- κάτω στην άκρη! 

Το Σκοτάδι και το Φως

Σκοτάδι εσύ
- που σιγοντάρεις τα βήματά μου -
ύπουλε σύμμαχε των καημών
και της αδυναμίας...

Κι εσύ Φως
- που πάντα οδηγείς το βήμα στο κενό -
σκληρέ τιμωρέ των λαθών
και του αμαρτήματος...

Η πλατιά μου θάλασσα

Πλατιά μου θάλασσα
με τα πελώρια κύματά σου
και τα μικρά και τα μεγάλα ψάρια σου,

άλλες φορές τον Ήλιο δέχεσαι
να αγγίξει απαλά
με τη γλυκιά του ζέστη
τα μεγάλα σου κύματα

κι άλλες φορές μπαίνει βαθιά μέσα σου
- εκεί -
- που δεν πατώνει
- που χάνει τη λαμπρότητά του
- που ρόλο δεν έχει πια
αφού τα ψάρια σου όλα πια νεκρά.

Και συ, πλατιά μου θάλασσα,
- εκεί -
πάντα ανοιχτή
όπως η Φύση τ' όρισε
και σου ζητά να μείνεις. 

Πώς;

Πώς φαντάζει ένα τρένο,
όταν δε βρίσκει σταθμό να αράξει;

Πώς μοιάζει ένα καράβι,
που ταξιδεύει σε μόνιμη τρικυμία;

Πώς νιώθει ένα πουλί,
όταν βρίσκει τη φωλιά του χαλασμένη;

Πώς ζει ένα τραγούδι
σαν του πάρουν τα λόγια;

Κάπως έτσι
φαντάζει ο δικός μου ο κόσμος...
κάπως έτσι
και μοιάζει,
και νιώθει,
και ζει!

Το παυσίπονο

Όταν πονάει
- κάποιος -
συνήθως παίρνει ένα παυσίπονο...

Όταν πονάω
- εγώ -
πάντα γράφω....

Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

Επιστροφή



Μπροστά μου οι ίδιες εικόνες...
λερωμένοι δρόμοι
σαβαραλιασμένα λεωφορεία,
φορτωμένα πλοία,
σκυθρωποί άνθρωποι...

μα εγώ
- όπως πάντα πιστός -
στο δικό μου ταξίδι
- εκεί -
ψηλά στον ουρανό
και χωρίς να με φοβίζει κάποια πτώση...

γίνομαι ατίθασο άλογο,
και καλπάζω
σε ζεστά συναισθήματα,
και αγκαλιές όλο φως...

Η επιστροφή πια στο δωμάτιο
μια μαγεία! 

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Περιμένοντας λίγο φως!




Μέσα στην κάμαρα
οι μέρες και οι νύχτες περνούν

- ανιαρές, ψυχρές, απαίσιες -

Το βλέμμα καρφωμένο μόνιμα στον τοίχο
κι η σκέψη μια δύναμη που σπρώχνει
ν' ανοίξει ένα φεγγίτη
να δει μια αχτίδα να ορμάει μέσα
να δώσει λίγο φως στην κάθε επιθυμία
-  που μαραζώνει στην ψυχή -.

Κι άμα το φως
που μπει αποδειχτεί κι αυτό
ανιαρό,
ψυχρό κι απαίσιο
δε θα πειράξει διόλου,

μιας και η ευχή είναι δεμένη μόνο με την θέα του
και η ζωή δεν ξέρει
ποια είναι η τύχη της!

Εγκλεισμός



Κίνησα και
Βρέθηκα
ανάμεσα στα δέντρα τα ψηλά
του ιερού του δάσους
- εκεί που ζουν οι Σάτυροι, αιώνια δοσμένοι στο ξεφάντωμα και στο χορό - .

Μαζί τους δόθηκα κι εγώ
στον ξέφρενο ρυθμό του Πανικού αυλού.

Στον πρώτο μου χορό
Ήμουνα σύντομος
με το κορμί να ξεχειλίζει τη δική του μουσική.

Μα ο δεύτερος χορός 
κουραστικός
μονότονος
και βαρετός
χωρίς να ευχαριστεί τα μέλη του κορμιού
η φτωχική χορογραφία του.

Ξύπνησα στης αστραπής το χτύπημα
κι είδα πως ήμουνα γυμνός
μέσα απ' τα ρούχα
που φορούσα.

Έτρεξα προς την έξοδο,
μα η κλειδωμένη πόρτα με σταμάτησε, 
ενώ χαχανητά πίσω μου
χτυπούσαν τα αυτιά μου. 



Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

Ο ποιητής κι η Μούσα του



Η Μούσα - μια κουρασμένη κόρη -
σε κουνιστή καρέκλα σωριασμένη
κάτω απ' τον ίσκιο μιας συκιάς.

Χτενίζει αργά τα μακριά μαλλιά της
κι έχει μια όψη σκοτεινή
-  ίδια με τη σκιά του δέντρου -
μα ένα σώμα που το κρατά κρυφά
 ακόμα νέο
- κάτω από ένα αραχνοΰφαντο φουστάνι -
μα κι ένα στήθος τροφαντό
που στάζει φρέσκο γάλα.

Ο ποιητής
πολύ καιρό παιδεύεται
το φύλλωμα του δέντρου ν' αραιώσει
- θέλει πολύ να μπουν μέσα τα χρώματα του ήλιου -
να αλλάξει η όψη μονομιάς,
να λάμψει το σκοτεινό το πρόσωπο,
να οργιάσει η φύση της φιλήδονης της Μούσας,

να τον τραβήξει πάνω της
κι αυτός μέσα στο σώμα της να μπει...
κι ο κόσμος να μυρίσει. 

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Η πρώτη αγάπη

Ήρθε κάποια νύχτα αυγουστιάτικη
και την κράτησα,
- γιατί ποτέ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν την είχα συναντήσει -
την έζησα,
την ένιωσα
- ήταν το παν - .

Αγνή, όμορφη και θεϊκή
μου πρόσφερε φτερά στα βαριά μου κόκαλα
μου διέλυσε το φόβο των ματιών μου
μου έλυσε τις χούφτες μου
μου έδιωξε τη σκέψη για το τέλος

και μου 'μαθε
να ταξιδεύω στα όνειρά μου
να τρέφομαι απ' το ζεστό το δάκρυ μου
να απλώνω τη ματιά μου στον ορίζοντα
να αγκαλιάζω δίχως φόβο...

και να γελώ
με όλα εκείνα τα παλιά, τα σκοτεινά...

τα αθαύμαστα !



Κινήθηκε ο Κόσμος...

Κινήθηκε ο Κόσμος...
και το σώμα
- τα μέλη του όλα -
πήρε παράξενο ρόλο και βγήκε μπροστά στη σκηνή
- έδωσε εξέλιξη
- προσέφερε δράση
- χάρισε τραγικής ειρωνείας έξαψη
μέχρι τη στιγμή
που ο μόνος θεατής στην πλατεία
δεν ήταν άλλος
παρά το ίδιο το σώμα
- τα μέλη του όλα -
μοιρασμένο στα τόσα καθίσματα!
Ξανα - κινήθηκε ο Κόσμος!

Πριν το όνειρο





Η μνήμη δε με βοηθά καθόλου
κι όλα τούτα δω μέσα

- σ' ένα πέπλο ομίχλης -

προσπαθούν

- με το ζόρι -

να με ντύσουν με άλλα ενδύματα...

την ώρα τούτη

που τρέχει ο χρόνος

μα για μένα οι στιγμές του μικρές δροσοσταλίδες 
στο γυμνό μου το μέτωπο...

που το άρμα του ήλιου περνά
με κουρασμένα από το δρόμο άλογά του
μα για μένα λιγοστή η χρυσόσκονη
στα απλωμένα χέρια μου...


Δραπετεύω

- για μια ακόμα φορά -

στα δικά σου μυστικά δώματα

- σταυρώνω τα χέρια μου
- χουφτιάζω τις δυο μου παλάμες
- και ζητώ να αντέξω
- να σταθώ στα δυο μου αδύνατα πόδια
- να περάσω τις μαύρες φουρτούνες
- να κρατήσω γαλήνη στη λίμνη μου.

Είναι αυτή η σταθερή ανάγκη της ψυχής
που με εξωθεί
να περάσω τα βουνά
και να χαϊδέψω με το βλέμμα τ' αστέρια
που σε λίγο θ' αρχίσουν να φέγγουν...

μέσα στο χαλαρό, νεανικό μου σώμα
που θα χάνεται μέσα στο όνειρο

- για μια ακόμα νύχτα -

περιμένοντας κι απόψε
να φωτιστεί το παν.

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

Έξω από τούτο το τζάμι...

Έξω από τούτο το τζάμι...

- η ατμόσφαιρα πάντα κρύα και σκοτεινή -

...δε σταματούν να περνάνε

πάνω στους ίδιους υγρούς τοίχους
τα ίδια γυμνά κορμιά

κάτω από τις ίδιες αχνές λάμπες
οι ίδιες ασθενικές σκιές

πίσω από τα φοβισμένα μάτια
η ίδια πνιχτή κραυγή

κι ας εύχομαι κάθε μέρα

ν' αλλάξει το έργο τούτο πράξη!

Κυριακή 25 Μαΐου 2014

Χωριστά


Μια αόρατη γραμμή
μεταξύ ουρανού και γης

ένας αετός χτυπά τα φτερά του
και μια μέλισσα δουλεύει ασταμάτητα
το πέταγμα διασχίζει το γαλάζιο
και το βούισμα κρατά ξύπνια την πεδιάδα

χωριστά για αιώνες
στο δικό τους βασίλειο
ηγεμόνας ο ένας
βασίλισσα η άλλη

πεθαίνουν χωριστά κάποια μέρα
ο ένας μες τα σύννεφα
και η άλλη μες το πράσινο

χωρίς να έχουν την εμπειρία της αληθινής ευτυχίας!

Τρίτη 20 Μαΐου 2014

Η επόμενη μέρα

Ένα πηγάδι γίνηκε ο τόπος
και γέμισε μέσα σε λίγες ώρες
με αντρείκελα μοιραία
σε στάση ικέτου
μπρος στην ισχύ του χρήματος και του βολέματος...

Η ελπίδα για μια ζωή αληθινή
έμεινε πάλι ανεκμετάλλευτη
- κατάρα αιώνια ετούτο για το ανθρώπινο το γένος -
μπρος σε λίγο ψωμί
που οι αφέντες ρίχνουν
μονάχα στα σκυλιά τους...

Μα πάντα εκεί ψηλά
στου πηγαδιού την άκρη
θα στέκει τ' όραμα
γι' αυτούς που δε το βάζουν κάτω,
γι' αυτούς που το μυαλό τους δεν πουλάνε,
γι' αυτούς που δεν αφήνουν τη ζωή να μιζεριάζει
γι' αυτούς που η σκιά τους μπρος στον ήλιο
δείχνει το δρόμο για το μέλλον.

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Διπλή ατυχία

Σε δρόμους
αναζητώ τα ίχνη των πελμάτων σου
και στον αγέρα ψάχνω
να βρω το άρωμά σου....
το βήμα μου έξω απ' το σπίτι σου με φέρνει
δυο συλλαβές ονόματος
το στόμα μου ψελλίζει....

Μα δεν ανοίγει η πόρτα
τα γόνατα λυγίζουν
κι ο χτύπος της καρδιάς αντανακλά στο τζάμι....
τα χείλη ξεραίνονται
και η ματιά τρυπάει το ξύλο....

Το σώμα γίνεται ομίχλη
και χώνεται μέσα στους πόρους
απλώνεται στο χώρο και σε πνίγει....

Τρέχεις σε κάθε γωνιά
και το μαζεύεις....
Κομμάτι, κομμάτι το δένεις σαν παζλ
πάνω στο στρώμα....
γίνεται πάλι αρρενωπό που στάζει νιάτα....

Τα μάτια σου τρελαίνονται
και η ψυχή σου πια χορεύει
σαν το θωρείς σφαχτάρι στο βωμό σου....

Τρέχεις κι ανοίγεις....
μα είναι αργά....

έχω χαθεί
μαζί με το όνομά σου!



Εσένα



Ψάχνω μες τα συρτάρια μου
και μέσα βρίσκω εσένα,

δένω γύρω τα χέρια μου
και αγκαλιάζω εσένα,

αγγίζω τις παλάμες μου
πάλι χαϊδεύω εσένα.

Εσένα που μ' αγάπησες,
εσένα που αγαπάω,

εσένα που με ένιωσες,
εσένα που πονάω!

Κλείνω πάλι τα μάτια μου
και μπρος βρίσκω εσένα,

στη μοναξιά μου χώνομαι
και σκέφτομαι εσένα,

βγαίνω βόλτα στο όνειρο
και βλέπω πάλι εσένα.

Εσένα που με φίλησες,
εσένα που φιλάω,

εσένα που με πίστεψες,
εσένα που τιμάω!

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Σε κατάλευκο φόντο




Στο φως 
οι κόρες των ματιών
κι ο τρόπος 
ψάχνει να βρει ν' ακουμπήσει στη σκέψη
για ένα πανέρι 
που ξεχειλίζει λευκές αναμνήσεις
λουφαγμένες 
σε φτερά περιστεριού.

Το βήμα 
δεμένο καλά πάνω στη γη
τον τόπο 
που γύρισε κάποτε θέλει και πάλι να βρει
για το άσπρο πουκάμισο 
που χαϊδεύει ομόχρωμα αισθήματα
ποτισμένο 
σε ποτήρια με ρούμι.

Σ' ένα ντο κι ένα σι
τα χείλη της νιότης σκαλώνουν
τον χρόνο
που πέρασε αναζητάει πίσω να έρθει
για το όνειρο κείνο
που φουσκώνει από όμορφα λόγια 
καρφωμένο σαν τάμα 
σε κάτασπρο σύννεφο.